Υπάρχει μόνο ένα νησί στο άλλο μεγάλο Πέλαγος, στο Αιγαίο, όπου συναντά κανείς οικογενειακά επώνυμα όπως Κορφιάτης, Παξινός, Ζακύνθιος, Κεφαλονίτης, Κεφαληναίος, Τσιρίγος και άλλα παρόμοια επίθετα, καθαρά επτανησιακά και δηλωτικά του νησιού καταγωγής. Είναι η χτυπημένη από τον Εγκέλαδο και ιστορικά γνωστή για το αγωνιστικό και ανυπότακτο δημοκρατικό πνεύμα του πληθυσμού της ανά τους αιώνες Σάμος.
Χαρήκαμε ιδιαιτέρως, λοιπόν, για τα θερμά μηνύματα ηθικής έστω μόνο προς το παρόν συμπαράστασης της κυρίας Ρόδης Κράτσα ως περιφερειάρχη Ιονίων Νήσων και του προέδρου του περιφερειακού συμβουλίου Ν. Μουζακίτη στον δοκιμαζόμενο λαό του νομού της Σάμου, που προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές του. Παρόλο που τα μηνύματα αυτά δεν περιείχαν, ως όφειλαν ίσως, κάποιαν αναφορά στους πολλούς και σημαντικούς ιστορικούς δεσμούς των νησιών μας με τη Σάμο και το αδελφικό της νησί, την Ικαρία, θα χάρηκαν υποθέτουμε και οι αποδέκτες των μηνυμάτων.
Δεν είναι ευρέως γνωστοί, προφανώς, οι δεσμοί αυτοί, που μας παρακίνησαν άλλωστε να γράψουμε αυτές τις γραμμές.
Ωστόσο, χάνονται στα βάθη της αρχαιότητας, χρονολογούνται από τον 16ο αιώνα στη σύγχρονη εποχή και κάποιοι από αυτούς αναφέρονται συχνά σε μελέτες και εκδηλώσεις στη Σάμο. Συνδέουν τα Επτάνησα με τη Σάμο για τόσο μακρύ χρονικό διάστημα όσο με κανέναν άλλο ελληνικό νησιωτικό νομό, με πιθανή εξαίρεση ίσως την Κρήτη.
Κυρίως για πολιτικούς λόγους, ώστε να αποφύγουν διώξεις από Ενετούς διοικητές των νησιών μας, αλλά και για εμπορικούς λόγους και ως ναυτικοί, όπως έχει καταγραφεί σε ιστορικές πηγές, Επτανήσιοι εγκαταστάθηκαν στη Σάμο, σ’ αυτό το καταπράσινο και ίσως πιο επαναστατικό νησί του Αιγαίου, από τα τέλη του 16ου αιώνα.
Αργότερα, δύο λόγιοι ιερωμένοι από τη Ζάκυνθο και τα Κύθηρα ήταν ηγούμενοι σε μοναστήρια και έγραψαν ιστορία στο νησί, υποστηρίζοντας πριν από το 1821 το τοπικό επαναστατικό κίνημα των «Καρμανιόλων», το όνομα του οποίου οι ηγέτες του φέρεται να το εμπνεύστηκαν από τα γαλλοκρατούμενα Επτάνησα και απ’ το ομώνυμο γαλλικό τραγούδι που οι Επτανήσιοι, όπως έχει αποδείξει ο Νίκιας Λούντζης, τραγουδούσαν σε ελληνικούς στίχους την περίοδο 1797-1799. Διωκόμενος, ο ηγέτης του κινήματος Λυκούργος Λογοθέτης είχε καταφύγει εξάλλου για κάποιο χρονικό διάστημα στην Κέρκυρα.
Ο ιερομόναχος Ιγνάτιος Φραγκόπουλος άφησε ποιητικό έργο σε λαϊκή γλώσσα, ενώ ο ιερομόναχος Θεοδόσιος Φραγκόπουλος έγινε αρχιεπίσκοπος Σάμου και Ικαρίας και καθαιρέθηκε για τη δράση του. Αμφότεροι ήταν υποστηρικτές του ελληνικού Διαφωτισμού και καταδιώχθηκαν για τις ιδέες και τη δράση τους υπέρ του μεγάλου επαναστατικού κινήματος του νησιού εναντίον των Οθωμανών. Ο πρώτος τον Ιούλιο του 1821 είχε οργανώσει πυριτιδοποιείο για τις ανάγκες της Επανάστασης. Επίσης, ο Κερκυραίος ιερομόναχος Ιωσήφ Δημητρόπουλος και ο Ζακύνθιος καλλιγράφος ιερομόναχος Θεοφάνης έχουν καταγραφεί στις προσωπικότητες του νησιού που ανέπτυξαν τα Γράμματα.
Με την εγκατάσταση Επτανησίων στο νησί συνδέεται εξάλλου η αφιέρωση στοιχείων ναών στους άγιους Σπυρίδωνα και Γεράσιμο το 1777.
Μέλη, μεταξύ άλλων, της οικογένειας του Ζακύνθιου από Κερκυραίο πατέρα ποιητή Ανδρέα Κάλβου, καθηγητή στην Ιόνιο Ακαδημία στην Κέρκυρα, φαίνεται ότι είχαν καταφύγει στη Σάμο. Ο ίδιος την έχει υμνήσει με την «Εις Σάμον» περίφημη Ωδή του, που έμεινε αθάνατη για τους τόσο γνωστούς στίχους της όπως αυτοί:
Όσοι το χάλκεον χέρι
βαρύ του φόβοι αισθάνονται,
ζυγόν δουλείας ας έχωσι·
θέλει αρετήν και τόλμην
η ελευθερία
(…)
Ιδού και ο μέγας τρόμος
της Ασίας γης, η Σάμος·
πλέξε δι’ αυτήν τον στέφανον
υμνητικόν και αιώνιον
λυρική κόρη
Μέλη της λευκαδίτικης και κεφαλονίτικης οικογένειας Σβορώνου, άλλος κλάδος της οποίας ανέδειξε και τον Λευκάδιο ιστορικό Νίκο Σβορώνο, κατείχαν τότε εξέχουσα θέση στο εμπόριο της Σάμου. Ο έμπορος Γεράσιμος Σβορώνος, γνωστός και ως Κρασάς γιατί κυριαρχούσε στο εμπόριο του περιζήτητου κρασιού του νησιού, ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας, μύησε σ’ αυτήν άλλους εμπόρους και υποστήριξε το επαναστατικό κίνημα των «Καρμανιόλων».
Σε Επτανήσιους ανήκε τότε, για κάποια χρόνια, το μεγαλύτερο μέρος της εμπορικής και ναυτιλιακής δραστηριότητας της Σάμου και του αδελφού του νησιού, της Ικαρίας. Ίδια πρόσωπα, κυρίως από την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο, κατείχαν θέσεις διπλωματικών εκπροσώπων Μεγάλων Δυνάμεων, όπως και του αντιπροσώπου της Ελλάδας στη συνέχεια καθώς το νησί αποτέλεσε ημιαυτόνομη Ηγεμονία υποτελή στον σουλτάνο και χρειάστηκαν πολλά χρόνια και πολλοί αγώνες μέχρι να καταφέρει το 1912 να ενωθεί με την Ελλάδα. Η επτανησιακή παροικία στο νησί είχε ενισχυθεί σημαντικά γύρω στα 1835 με εμπόρους των οικογενειών Σπάθη, Βαλσάμου και Σπάθη και αρκετούς άλλους Επτανήσιους. Την περίοδο της ρωσοτουρκικής κατοχής της Επτανήσου υπήρχαν προξενικές αρχές της στη Σάμο. Υποπρόξενος της Γαλλίας στη Σάμο το 1821 ήταν ο Επτανήσιος Γεώργιος Δάβαρης.
Ο σημαντικότερος ιστορικός του νησιού Επαμ. Σταματιάδης έχει σημειώσει ότι κατά τον 19ο αιώνα εγκαταστάθηκαν στον Λιμένα Βαθέος, δηλαδή στη σημερινή πρωτεύουσα της Σάμου, πάροικοι «ουκ ολίγοι, ιδίως εκ Κεφαλληνίας ορμώμενοι». Ο ίδιος το 1887 συμπεριέλαβε στους διαπρεπείς πολίτες του νησιού πρόσωπα με σαφή επτανησιακή καταγωγή και ονομασία, όπως Πανάς και Σικελιανός. Άλλη περιγραφή, του 1834, γραμμένη από τον Ιω. Λεκάτη, ανέφερε ότι πολλοί και ίσως οι περισσότεροι κάτοικοι στον Λιμένα Βαθέος ήταν Επτανήσιοι, «ων η ζωή φεύγουσα τους αυστηρούς νόμους της πατρίδος τους, τους εβίασε να φύγωσιν εκείθεν», πριν ή και κατά τα πρώτα χρόνια της βρετανικής κυριαρχίας στα νησιά μας.
Σημαντική προσωπικότητα του καιρού του με επτανησιακές ρίζες, ο Πρεβεζάνος από Λευκάδια μητέρα διπλωμάτης και έμπορος Γεώργιος Κονεμένος που είχε σπουδάσει στην Κέρκυρα, όπου και πέθανε το 1895, έχει καταχωρηθεί θετικά στην τοπική ιστοριογραφία ως «αγαθός πολίτης και ευεργέτης της Σάμου», θεωρούμενος ως αναμορφωτής της δημόσιας διοίκησης, οργανωτής Αρχείων του νησιού και εμπνευστής μεγάλων δημόσιων έργων με πατριωτικό έργο την περίοδο 1850-1854, αν και ήταν τοποτηρητής της Οθωμανικής Πύλης και αργότερα εκπρόσωπός της στην Αθήνα. Είχε αντιταχθεί σε ολιγαρχικές και αντιδημοκρατικές δυνάμεις και αποπέμφθηκε κατόπιν βρετανικού αιτήματος. Εξάδελφός του ήταν ο επαναστάτης λόγιος Νικόλαος Κονεμένος, που έζησε κυρίως στην Κέρκυρα και η κριτική του στις νέες ιδέες της σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής δημοκρατίας το 1860 έχει καταγραφεί ως η πρώτη γνωστή ευμενής υποδοχή των ιδεών αυτών στον ελληνικό χώρο. Αμφότεροι ήταν στενοί συγγενείς της οικογένειας που γέννησε τον Λευκάδιο σπουδαίο ποιητή Άγγελο Σικελιανό.
Το 1890, ένας άλλος Γεράσιμος Σβορώνος, από την ίδια επτανησιακή οικογένεια των εμπόρων που είχαν εγκατασταθεί στη Σάμο αρκετές δεκαετίες νωρίτερα, θα γινόταν ιδρυτής της Φιλαρμονικής της Σάμου, αλλά και εκδότης εφημερίδας με τον τίτλο «Πατρίς».
Εμπεριστατωμένες εργασίες που έχουν παρουσιαστεί σε Πανιόνια Συνέδρια, σε συνδυασμό με μελέτες σύγχρονων ερευνητών, όπως αυτές της Μ. Βλασσοπούλου και των κκ. Αρ. Βουγιούκα, Μ. Βουρλιώτη, Χρ. Λάνδρου, Ν. Ζαφειρίου και Μ. Βαρβούνη, πιστοποιούν ποικίλους ιστορικούς δεσμούς των νησιών μας με το κατάφυτο με ελιές νησί του Πυθαγόρα και του Επίκουρου, η φιλοσοφία του οποίου, αξίζει να σημειωθεί, έχει απασχολήσει όλους τους σύγχρονους φιλόσοφους, συμπεριλαμβανομένου του συντάκτη άρθρου για τα Ιόνια νησιά Καρλ Μαρξ, καθώς και τον επαναστάτη πολιτικό Λένιν.
Ιδιαίτερες για έναν πολύ ξεχωριστό λόγο είναι, επίσης, οι σχέσεις της Επτανήσου με την Ικαρία. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι σ’ αυτό το νησί το 1948 είχαν εξοριστεί μερικοί κορυφαίοι πολιτικοί αγωνιστές των νησιών μας, όπως ο Κερκυραίος εκπαιδευτικός Δημήτρης Πανδής που εκεί συνδέθηκε με φιλία δεκαετιών με τον Μίκη Θεοδωράκη, καθώς και οι συμπατριώτες του Βασίλης Αγιοβλασίτης, Γιάννης Κουλούρης, Μπάμπης Κουλούρης, Μιχάλης Μάστορας και άλλοι όπως ο υποψήφιος βουλευτής της Ενωμένης Αριστεράς στην Κέρκυρα το 1974 Βασίλης Ράδος, καθώς και προγενέστεροι αγωνιστές νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, εκεί και στο Βαθύ Σάμου. Ο Ζακύνθιος λόγιος Φρειδερίκος Καρρέρ τον Αύγουστο του 1912, όταν η Ικαρία είχε επαναστατήσει εναντίον των Οθωμανών και για πέντε μήνες είχε καταστεί ανεξάρτητο κρατικό μόρφωμα μέχρι να ενωθεί με την Ελλάδα τον Νοέμβριο του ιδίου έτους, είχε δημοσιεύσει στη ζακυνθινή εφημερίδα «Φρουρός» ποίημα με τον τίτλο «Εις Ικαρίαν». Το ποίημα αυτό έγινε ο Ύμνος της βραχύβιας Ελεύθερης Ικαριακής Πολιτείας και από τότε αναφέρεται κάθε χρόνο στις εκδηλώσεις για την ένωση του νησιού με την υπόλοιπη Ελλάδα. Να και ορισμένοι στίχοι του:
Και κινώντας το κάτασπρο χέρι
με το πύρινο πού ‘χε μαχαίρι
με ολόχρυσα γράφει ψηφία
στου μαρμάρου την πλάκα βαθειά:
«Είσαι αθάνατη, ναι, ΙΚΑΡΙΑ
και στεφάνια σου πρέπουν πολλά»
Ακόμη και ανατρέχοντας στην αρχαιότητα, εξάλλου, η Σάμος, όπως και η Κέρκυρα, στα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου είχε επιλέξει να διοικηθεί από Δημοκρατικούς, παρά από Ολιγαρχικούς της εποχής. Αμφότερες είχαν γίνει σύμμαχοι με τους Δημοκρατικούς της Αθήνας περιπετειωδώς και είχαν ενισχυθεί από τον Περικλή και τους επιγόνους του, προκειμένου να κατανικήσουν τους Ολιγαρχικούς. Ο Θουκυδίδης, ως γνωστόν, στην εξιστόρηση του Πελοποννησιακού Πολέμου συνδέει τα συμβάντα στη Σάμο από τους Αθηναίους με εκείνα που ακολούθησαν κατά τον ιστορικό, πιο γνωστό και πιο αιματηρό στην αρχαία Ελλάδα ταξικό Εμφύλιο Πόλεμο στην Κέρκυρα.
Οι καταγεγραμμένες πρώτες σχέσεις της Κέρκυρας και της Σάμου οδηγούν μάλιστα σε ακόμη απώτερο παρελθόν, όταν η Κέρκυρα ήταν ακόμη αποικία της Κορίνθου και στην τελευταία βασίλευε ο τύραννος Περίανδρος. Τις έχει περιγράψει ο Ηρόδοτος και αφορούν το εκπληκτικό Ιερό της Αρτέμιδος στη Σάμο, που ανακαλύφθηκε το 1979 και ταυτίστηκε με το γνωστό από τον Ηρόδοτο σαμιακό λιμάνι Αρτεμίσιο. Εκεί λόγω κακοκαιρίας είχε προσορμίσει κορινθιακό πλοίο με 300 Κερκυραίους νέους που με εντολή του Περίανδρου επρόκειτο να παραδοθούν ως δούλοι στις Σάρδεις, δηλαδή στη Λυδία στην κεντρική Μικρά Ασία, σε αντίποινα για τη δολοφονία του γιου του Λυκόφρονα στην Κέρκυρα. Οι νέοι της Κέρκυρας ήταν γιοι των ισχυρότερων κερκυραϊκών οικογενειών της εποχής. Οι Σαμιώτες δεν επέτρεψαν την ολοκλήρωση του ταξιδιού. Έσωσαν τους Κερκυραίους, προτρέποντάς τους να καταφύγουν στον ναό της Αρτέμιδος ζητώντας άσυλο, προστατεύοντάς τους, παρέχοντάς τους τροφή και οργανώνοντας γιορτινές τελετές προς τιμήν τους. Αργότερα, καθώς το κορινθιακό πλοίο αναχώρησε, με δικό τους πλοίο έστειλαν τους 300 νέους στην Κέρκυρα. Οι Κορίνθιοι στη συνέχεια, επικαλούμενοι αυτό το γεγονός, είχαν εκστρατεύσει μαζί με τους Σπαρτιάτες εναντίον της Σάμου. Στο τοπικό Μουσείο σώζεται μαρμάρινος τελετουργικός λύχνος που παραπέμπει, όπως εξηγείται, στις τελετές της ικεσίας των 300 Κερκυραίων στο Ιερό της Αρτέμιδος.
Σαν να ανταπέδιδε, ο κορυφαίος Κερκυραίος και επαναστάτης σοσιαλιστής λογοτέχνης Κωνσταντίνος Θεοτόκης τα χρόνια 1909-1913 καταπιάστηκε με το τιτάνιο έργο να μεταφράσει για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα το μεγαλύτερο φιλοσοφικό ποίημα στην Ιστορία «Περί Φύσεως» του Λουκρήτιου, που παρουσιάζει σε 7.415 λατινικούς στίχους τα διδάγματα της φιλοσοφίας του Επίκουρου. Από σωσμένα χειρόγραφα κατάφερε μετά από χίλιες προσπάθειες να εκδώσει το έργο μερικώς το 1973 και ολόκληρο το 1986 ένας άλλος Κερκυραίος, ο φλογερός βιβλιοτέχνης-εκδότης Φίλιππος Βλάχος των εκδόσεων «Κείμενα». Να η μετάφραση της προσφώνησης του Λουκρήτιου στον Επίκουρο:
Ω, εσύ Επίκουρε που πρώτος μπόρεσες
από το τόσο σκότος
να βγάλεις τέτοια ξάστερη φεγγοβολή,
της ζήσης την ευτυχία φωτίζοντας,
του γένους των Ελλήνων στολίδι,
εσένα ακολουθώ και τα πατήματά μου
τώρα πιθώνω σταθερά
στα χνάρια των ποδιών σου
Επιτρέψτε μας και για όλους αυτούς τους ιδιαίτερους λόγους, λοιπόν, να εκφράσουμε πάλι την αλληλεγγύη μας και να στείλουμε έναν ακόμη χαιρετισμό στον λαό του σεισμόπληκτου νομού της Σάμου, στο άλλο Πέλαγος, για τη δεινή δοκιμασία του. Ακόμη, να διατυπώσουμε οργή για το γεγονός, σύμφωνα με πρόσφατη καταγγελία του Εργατικού Κέντρου του συνταρασσόμενου ακόμα από μετασεισμούς νομού, ότι ο υπουργός Εργασίας Γ. Βρούτσης απαξιοί επί ημέρες να ανταποκριθεί σε τηλεφωνικές εκκλήσεις του να μιλήσει με την ηγεσία του και ν’ ασχοληθεί με φλέγοντα θέματα των εργαζομένων της Σάμου και της Ικαρίας.
ΠΕΤΡΟΣ ΚΟΡΦΗΣ