Τη γνώμη πως τον αυτοδιοικητικό χάρτη της Σάμου δεν πρέπει να τον χαράζουν εν κρυπτώ συναισθηματικοί τοπικιστικοί εγωισμοί, πολιτικοί παράγοντες, συμφέροντα και συναλλαγές, εκφράζει ο υποψήφιος δήμαρχος Σάμου, κ. Νίκος Ζάχαρης.
Αναλυτικά.
Η διοικητική μεταρρύθμιση του «Καλλικράτη» (2010), που μεταξύ άλλων αποσκοπούσε στην εξοικονόμηση πόρων σε βάρος της εύρυθμης και δημοκρατικής λειτουργίας των δήμων, διαπνεόταν από την αρχή «ένα νησί, ένας δήμος». Η αρχή αυτή και η αρχιτεκτονική προχειρότητα του «Καλλικράτη» με τις αβλεψίες και αστοχίες του σε συνδυασμό με τα οκτώ χρόνια μνημονίων, επέφεραν ολέθριες συνέπειες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση: Ο συγκεντρωτισμός του «Καλλικράτη», σε συνδυασμό με τις συντηρητικές αυτοδιοικητικές πολιτικές, μετέτρεψε τους δήμους σε μικρογραφίες της κεντρικής εξουσίας, όπου οι λίγοι αποφασίζουν για χάρη των πολλών. Η φωνή του δημότη της κοινότητας σίγησε, τα μικρά τοπικά συμβούλια υποβαθμίστηκαν, η συμμετοχική δομή εξασθένισε, ενώ οι δραματικές μειώσεις πόρων, η υποστελέχωση υπηρεσιών και η αναποτελεσματική δημαρχοκεντρική διοίκηση παρόπλισαν και απαξίωσαν την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Η διοικητική μεταρρύθμιση «Κλεισθένης Ι» (2018) αποσκοπεί στη διόρθωση των παραπάνω στρεβλώσεων, καθιερώνοντας μια μεγάλη τομή, την απλή αναλογική. Με την απλή αναλογική, αλλά και με μια σειρά θεσμικές παρεμβάσεις, όπως η αποσύνδεση των κοινοτικών εκλογών από τα δημοτικά ψηφοδέλτια, η ενίσχυση των κοινοτήτων με πόρους και αρμοδιότητες, τα δημοτικά δημοψηφίσματα, η ισχυροποίηση των επιτροπών διαβούλευσης και των λαϊκών συνελεύσεων, υλοποιείται για πρώτη φορά στη χώρα μας μια μεγάλη προσπάθεια ενδοδημοτικής αποκέντρωσης, με εμβάθυνση της δημοκρατίας και άνοιγμα της αυτοδιοίκησης στην κοινωνία.
Παράλληλα όμως άνοιξε και η συζήτηση που αφορά την αναδιαμόρφωση του χωροταξικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ιδιαίτερα στα μεγάλα νησιά της χώρας (Λέσβος, Ρόδος, Χίος, Κεφαλλονιά, Κέρκυρα, Σάμος). Ο αρμόδιος υπουργός κ. Χαρίτσης (17/12/2018), για να σταματήσει τις πιέσεις που ασκούνται για διασπάσεις δήμων εδώ και τώρα, δήλωσε ότι «η κυβέρνηση δεν θα μπει σε συνολική αναθεώρηση του χωροταξικού της αυτοδιοίκησης, παραμονές των αυτοδιοικητικών εκλογών, αλλά θα υπάρξουν ελάχιστες παρεμβάσεις που αφορούν εξόφθαλμες περιπτώσεις».
Γνώμη μου είναι ότι, μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαΐου 2019, στα πλαίσια του «Κλεισθένη ΙΙ» και της αναδιαμόρφωσης του χωροταξικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην χώρα, πρέπει να ανοίξει ευρύτερη συζήτηση μέσα από τα θεσμικά όργανα, για να αποφασίσει η τοπική κοινωνία (ενδεχομένως και με δημοτικό δημοψήφισμα), τι επιθυμεί να γίνει στη Σάμο: ένας ή δύο ή τρεις δήμοι.
Αφετηρία της της δημόσιας διαβούλευσης οφείλει να είναι μια επιστημονικά άρτια, επικαιροποιημένη μελέτη, που να προσδιορίζει τις ανθρωπογεωγραφικές περιοχές, με βάση την αρχή της εγγύτητας και θα εδράζεται σε μια ολιστική προσέγγιση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων του νησιού.
Τα θεμελιώδη ερωτήματα, από τα οποία οφείλει να εκκινήσει κανείς είναι τα εξής:
Πρώτον, εάν τυχόν διάσπαση του Δήμου Σάμου θα επιλύσει ταχύτερα και αποτελεσματικότερα τα μεγάλα προβλήματα του νησιού, δηλαδή: τον αναπτυξιακό σχεδιασμό, τη τροποποίηση του χωροταξικού, την ύδρευση & τη διαχείριση υδάτινων πόρων, την προβολή του νησιού ως τουριστικού προορισμού, το προσφυγικό/μεταναστευτικό, την προστασία του φυσικού & του δομημένου περιβάλλοντος, τη καθαριότητα & διαχείριση των απορριμμάτων, τις υποδομές στην παιδεία, στον πολιτισμό και αθλητισμό, τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες στο δημότη & επισκέπτη, τις συγκοινωνίες, την κοινωνική στήριξη στους οικονομικά αδύναμους, τη φροντίδα στη τρίτη ηλικία, την αξιοποίηση χρηματοδοτικών (ευρωπαϊκών & εθνικών) προγραμμάτων, το οδικό & αγροτικό δίκτυο.
Δεύτερον, τα κριτήρια με βάση τα οποία θα κριθεί το πλήθος των δήμων που θα προκύψουν από την διάσπαση του ενιαίου Δήμου Σάμου. Τούτα δεν είναι μόνο ανθρωπογεωγραφικά και οικονομοτεχνικά (περιουσιακή κατάσταση του Δήμου, προσωπικό, μηχανήματα, εξοπλισμοί, συμβάσεις, ανειλημμένες υποχρεώσεις) αλλά κυρίως και πρωτίστως θέματα οριζόντιας συμμετοχικής δημοκρατίας και κοινωνικής συνοχής.
Τρίτον, η αύξηση του αριθμού των δήμων στην Σάμο συνεπάγεται οπωσδήποτε και αύξηση των οικονομικών πόρων και συνακόλουθα του στελεχιακού δυναμικού; Τι θα γίνει με τις μελέτες, τα έργα και την αξιοποίηση/διαχείριση των χρηματοδοτικών προγραμμάτων (εθνικών και ευρωπαϊκών);
Τέταρτον, πως θα επιμεριστούν οι υποχρεώσεις και τα χρέη στους νέους δήμους, χωρίς να οξύνονται οι ανισότητες μεταξύ τους και η τεχνική διαίρεση του νησιού σε ανατολικούς και δυτικούς;
Σε αυτά τα επίδικα θέματα υπάρχει “πεδίον δόξης λαμπρόν” για όλους τους πολιτικούς και αυτοδιοικητικούς, τους θεσμικούς και τα κόμματα, να καταθέσουν τις απόψεις και το πρόγραμμά τους και τελικός κριτής θα είναι όπως πάντα, ο κυρίαρχος λαός, οι συμπολίτες μας.
Εν κατακλείδι, κατά τη γνώμη μου, τον αυτοδιοικητικό χάρτη της Σάμου δεν (πρέπει να) τον χαράζουν εν κρυπτώ συναισθηματικοί τοπικιστικοί εγωισμοί, πολιτικοί παράγοντες, συμφέροντα και συναλλαγές, αλλά οι ανάγκες και τα δικαιώματα των δημοτών, η ισόρροπη βιώσιμη ανάπτυξη και οι προοπτικές της Σάμου.