Του Δημήτρη Σεβαστάκη στην Αυγή.
Ψηλός, κομψός, βάφει έξυπνα τα μαλλιά κόκκινα με λευκές φαβορίτες. Στην εφημερίδα διαβάζει τα αθλητικά και τα κοσμικά. Πολιτεύεται πολλά χρόνια. Όνειρό του ήταν η Βουλή. Υπήρξε όμως υποψήφιος για κάθε διαθέσιμη θέση. Δεν τα κατάφερε ποτέ, παρά μόνο μια φορά που εξελέγη δήμαρχος. Σιχαινόταν την άτυχη τύχη να υπηρετεί κάτι που θεωρούσε κατώτερο της αξίας του, σε μια πόλη κατώτερη των προσδοκιών του.
Η κεντρική μέριμνά του ήταν να βρίσκεται -ως μύγα- στα κεντρικά γραφεία του κόμματος. Να κολλάει, να ζητάει, να μεθοδεύει, να βάζει βέτο για εσωκομματικούς αντιπάλους του, να προσπαθεί γενικώς να «πουλήσει». Συχνά διοριζόταν σε πολιτικές θέσεις, σε υψηλές, περιστασιακές, διοικητικές θέσεις και να τα κάνει μπάχαλο.
Παροιμιώδους ανικανότητας, μπορούσε να αφήσει τον ερειπιώνα σε κάθε περίπτωση και σε καθετί που αποπειράθηκε. Άλλαζε όμως (εσωκομματική) διεκδίκηση, άλλαζε πόστο, ώστε να μη βρίσκεται δεύτερη φορά στην ίδια θέση και να συλλέγει τις επιπτώσεις την ανικανότητά του. Μέγας ψεύτης, όχι μόνο ως προς την πληροφορία, κυρίως ως προς τη συμπεριφορά. Όσοι τον γνώριζαν ψάχνονταν. «Νερό το αίμα του». Δεν εννοεί τίποτα, όλα είναι μεταμφιέσεις.
Υπάρχει ένα αγροτικό έγκλημα, πιο εγκληματικό από τα συνήθη. Να κλέψει κάποιος τις ελιές του άλλου όταν είναι μαζεμένες και μέσα στα σακιά. Δεν είναι η κλοπή του προϊόντος μόνο, αλλά η επαίσχυντη αρπαγή του κόπου. Η αισχρή πράξη εκμηδενίζει την εύφορη γη και τον προσωπικό κόπο και τέχνη του αγρότη. Ε, τέτοιες πράξεις έκανε καθημερινά ο τύπος που περιγράφω. Τέτοιας μορφής κλοπές πολιτικού κόπου και κάματου.
Γύρω από το πολιτικό σύστημα φύονται πολλοί τέτοιοι τύποι. Για την ακρίβεια, αυτοί είναι η «εμπροσθοφυλακή» της νόσου. Δεν δουλεύουν, δεν παράγουν πολιτικά, συνωμοτούν, μεθοδεύουν, μηχανεύονται. Είναι εκτός ιδεολογιών, κυριολεκτικά γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια, κάθε αρχή, κάθε ιδέα, κάθε άυλο αγαθό. Όλα πρέπει να είναι υλικά και μεταφράσιμα σε προσωπικό όφελος.
Ο τύπος του δικού μου αφηγήματος είναι ο κλασικός «Θανασάκης ο πολιτευόμενος». Παλιός δεξιός, που, όμως, μπορεί να γίνει οτιδήποτε ή να πάει με όλους τους αρχηγούς και όλες τις εσωκομματικές ομάδες. «Δίνει» τον έναν στον άλλον, πουλάει εσωκομματικές εκδουλεύσεις, ένας πλασιέ του τίποτα. Μεγαλεία στους επαρχιώτες, στρατιωτική σκληραγωγία στους κεντρικούς. Πασαλείμματα στην επιστήμη, βεβαιώσεις (και όχι αποδείξεις) σπουδών, καμία βαθύνοια, εξαιρετική οξύνοια όμως στα κόλπα και τις μικρομαλακίες.
Αυτό είναι ένα σύνηθες, καμιά φορά παγιωμένο μοντέλο «πολιτευτάκια». Ο στίχος του Νιόνιου «στη φοιτητριούλα που σ’ έχει ερωτευτεί θα σε καταγγείλω πονηρέ πολιτευτή» δεν παραταιριάζει. Ο τύπος που περιγράφω, ως παράσιτο και ολικά κάλπικος, είναι εκτός του πεδίου. Δεν μπορεί κανείς να τον ανεχτεί. Στην πραγματικότητα δεν είναι ο χαρακτήρας του απλώς ή μόνο αποκρουστικός, αλλά το ότι έχει δημιουργηθεί κατ’ εικόνα της ποιότητας της εμπράγματης πολιτικής.
Ο χαρακτήρας του είναι εσωτερικευμένη η τερατωδία της παραδοσιακής πολιτικής χαλβαδόπιτας. Αυτής που διεκδικεί εκδικητικά την επιστροφή, αυτής που ποθεί την επάνοδο καταστρέφοντας ακόμα και το μητρικό της κόμμα.