Βρισκόμαστε στις αρχές του 1900! Η πλατεία είχε ήδη πάρει το όνομα του Πυθαγόρα και είχε διαμορφωθεί. Από τις φωτογραφίες μπορείτε να τη φανταστείτε όπως ήταν τότε…
Στην πάνω φωτογραφία απεικονίζεται η πλατεία Πυθαγόρα και ο δημοτικός της κήπος (Λιμ. Βαθέος, 1904-8).
Είναι η κεντρική πλατεία της πόλης, περίπου στο μέσο της προκυμαίας. Η διαμόρφωσή της άρχισε το 1864 με σχεδιασμό και επίβλεψη του Γάλλου μηχανικού Μπουσσέ (Bousset)[1] και ήταν το πρώτο μεγάλο δημόσιο έργο που έγινε στην πρωτεύουσα. Ονομάστηκε πλατεία Πυθαγόρα το Μάιο του 1884. Το 1891, με την κατεδάφιση μερικών παραθαλάσσιων κατοικιών, η πλατεία απέκτησε άνοιγμα προς τη θάλασσα, παίρνοντας πλέον την οριστική της μορφή.
Την ίδια χρονιά στρώθηκαν και οι μεγάλες τετράγωνες πλάκες που φαίνονται στη φωτογραφία.[2] Περιστοιχίζεται από καφενεία, ζαχαροπλαστεία, εστιατόρια (όπως το «Λυκούργος Λογοθέτης» των Μιχ.Μαυροειδή και Μιλτ.Καλομοίρη), ξενοδοχεία (όπως το «Ωραία Ελλάς» του Νικ.Βαρβούνη), εμπορικά καταστήματα, καταστήματα ψιλικών και τσιγάρων, κουρεία κ.ά.
Είναι το πιο πολυσύχναστο σημείο της πόλης και επίκεντρο όλων σχεδόν των πολιτικών και κοινωνικών εκδηλώσεών της. Εδώ σχηματίζουν τις πρώτες εντυπώσεις οι επισκέπτες της πόλης που αποβιβάζονται από τα ατμόπλοια της «Ανατολικής Ατμοπλοΐας Π. Πανταλέοντος», της «Ατμοπλοΐας Αρχιπελάγους» του Χατζηδαούτ Φαρκούχ, της «Σαμιακής Ατμοπλοΐας», της «Πανελλήνιου Ατμοπλοΐας», του Αυστριακού Lloyd κ.ά. Η λήψη της φωτογραφίας έγινε κάποιο ανοιξιάτικο μεσημέρι. Τα καφενεία έχουν παρατάξει τα τραπεζάκια τους στη σκιά των δέντρων του κήπου περιμένοντας τη μεσημεριανή πελατεία. Στο βάθος ο τρούλος και το καμπαναριό του μητροπολιτικού ναού του Αγ. Νικολάου.
Στη δεύτερη φωτογραφία μπορείτε να δείτε τα κεντρικά καφενεία της πλατείας Πυθαγόρα (Λιμ. Βαθέος, 1902-4).
Εκατέρωθεν της πλατείας, παράλληλα προς τη γραμμή της προκυμαίας, ήταν παρατεταγμένοι οι μεγάλοι καφενέδες της πόλης. Τόποι συνάντησης των ανθρώπων του λιμανιού, της αγοράς, των εργατών, των εμπόρων, των μικροεπαγγελματιών, των ταξιδιωτών. Τόποι συναλλαγών, τυχερών και άλλων παιχνιδιών, πολιτικών ομιλιών, συγκεντρώσεων, γλεντιών, καβγάδων και έντονων αντιπαραθέσεων. Τόποι όπου οι θαμώνες διαμορφώνουν έναν κοινό τρόπο κοινωνικής συμπεριφοράς και ζωής, μέσα από ένα ατέλειωτο αλισβερίσι ιδεών, πράξεων, πρακτικών και εθιμικών κανόνων.
Στη φωτογραφία τα βαριά ξύλινα τραπέζια με τις αντίστοιχες καρέκλες έχουν αναπτυχθεί στο λιθόστρωτο. Η πελατεία είναι ακόμη λιγοστή. Χαρακτηριστική είναι η χρήση τεντών για προστασία από τον ήλιο, τακτική που είχε αρχίζει να εφαρμόζεται μόλις τα τελευταία χρόνια. Το ακριανό προς τη μεριά της πλατείας καφενείο, είναι «Η Ομόνοια» του Περικλή Ζωγράφου. Άλλα μεγάλα καφενεία στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν στην πλατεία Πυθαγόρα του Μανώλη Σκαρπέλη, του Μανιάτη,[3] του Μ. Σκαπέτη, της Διαμαντούλας Σαρδή, που από το 1899 πέρασε στη διαχείριση των Κλεάνθη Καραχριστοδούλου και Νικήτα Μελαχροινού, το καφενείο «Αθήναι» του Νίκου, επίσης του Καλομοίρη στην πλατεία του τελωνείου που τα καλοκαίρια έφερνε καραγκιόζη, η «Θαλάσσια Αύρα» των αφων Τσουκαλαδάκη κ.ά.
Ένα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετώπισαν τα καφενεία της εποχής εκείνης ήταν η δυσχέρεια στις συναλλαγές με την καθημερινή τους πελατεία λόγω έλλειψης ψιλών. Κατά τη διάρκεια της σαμιακής ηγεμονίας δεν εκδόθηκε τοπικό νόμισμα. Οι βασικές νομισματικές μονάδες ήταν ο παράς και το γρόσι. Ταυτόχρονα οι Σαμιώτες χρησιμοποιούσαν στις συναλλαγές τους και 80 περίπου διαφορετικά νομίσματα ξένων κρατών (τούρκικα, ελληνικά, εγγλέζικα, γαλλικά, ισπανικά, αυστριακά, γερμανικά κ.ά.).
Η συνεχής υποτίμηση του νομίσματος της οθωμανικής αυτοκρατορίας και η απόσυρση απ’την κυκλοφορία μεγάλου αριθμού χάλκινων παράδων το 1881,[4] δημιουργούν έντονη έλλειψη μικρών νομισμάτων και τα μεγάλα καφενεία και ζαχαροπλαστεία της πλατείας Πυθαγόρα αναγκάζονται να κόψουν μεταλλικές μάρκες αξίας 2,5 και αργότερα 5 και 10 παράδων, οι οποίες κυκλοφορούν ελεύθερα στην αγορά και αντικαθιστούν τα νομίσματα στις καθημερινές μι- κροσυναλλαγές με τους πελάτες. Έτσι, ο πελάτης αγόραζε μια σειρά μάρκες του καφενείου που σύχναζε και κάθε φορά πλήρωνε μ’αυτές τον καφέ, το γλυκό, το ναργιλέ ή το τάβλι του στον καφετζή. Κατά τον ίδιο τρόπο, ο κάτοχος των μαρκών μπορούσε να τις χρησιμοποιήσει σε άλλες μικροαγορές και ο νέος κάτοχος να τις εξαργυρώσει στο καφενείο που τις έκοψε.
Στην επόμενη φωτογραφία βλέπετε μάρκες καφενείων της πλατείας Πυθαγόρα αξίας 10 παράδων. Είναι του Περικλή Ζωγράφου (ΠΖ), του Μανώλη Σκαπέτη (ΜΣ) και του ζαχαροπλαστείου του Αριστοτέλη Σοφούλη (ΑΑΣ).
Στην τελευταία φωτογραφία (κάτω) βλέπετε πακέτα χειροποίητων τσιγάτων των Καραθανάση και Στεφάνου που πωλούνταν στα καπνομάγαζα της πλατείας Πυθαγόρα στις αρχές του 20ου αιώνα.
_______________________________
[1] Χρίστος Λάνδρος, «Λ. Βαθέος: Διοικητικό κέντρο 19ος-20ός αι.», Πρακτικά Συνεδρίου – Η Πόλη της Σάμου, φυσιογνωμία και εξέλιξη, Δήμος Σαμίων Γ.Α.Κ.- Αρχεία Σάμου, Αθήνα 1998, σ. 21.
[2] Μανόλης Βουρλιώτης, «Σχηματισμός και πολεοδομικές παρεμβάσεις σε μια νησιώτικη πρωτεύουσα: Κάτω Βαθύ Σάμου (1780-1830)», Η Πόλη της Σάμου, φυσιογνωμία και εξέλιξη, ό.π., σ. 285.
[3] Μιχαήλ Μιχαηλίδης, Παγκόσμιος εμπορικός οδηγός του έτους 1908, εκδ.εφημ. Αμάλθεια, Σμύρνη 1907, σ. 332.
[4] Αναστάσιος Τζαμαλής, «Υποκατάστατα χρήματος», π. Συλλεκτικός Κόσμος, τ. 66, Αθήνα 1986, σελ. 1094).
Πηγή: Σάμος 1862-1920, Ντίνου Θ. Κόγια –isamos.gr