Ένα μεγάλο μέρος των καθημερινών συναντήσεων και των αδιανόητων αιτημάτων είναι ρουσφετολογικού χαρακτήρα. Να παρέμβεις σε μια προκήρυξη, να μιλήσεις σ’ ένα διοικητή, να σβήσεις μια κλήση. Μερικές φορές το αίτημα δεν αφορά ωφέλεια του ίδιου αλλά προτροπή για ζημία κάποιου άλλου. «Όλοι οι άλλοι έτσι κάνουν». Ποιοι είναι οι άλλοι; Πολιτικοί και πολιτευόμενοι παράγοντες, περιφερειακοί, αυτοδιοικητικοί παράγοντες, τέως διευθυντές, τέως στελέχη που είχαν άκρες. Υπόσχονται διάφορα ή τα ρίχνουν πάνω σου: «Αν θέλει ο βουλευτής, θα σ’ το κάνει». Που πάει να πει αν δεν κάνεις την εξυπηρέτηση σημαίνει ότι δεν θέλεις, πιθανόν μάλιστα να θέλεις το αντίθετο. Να βλάψεις τον προσφεύγοντα πολίτη. Αν δηλώσεις αδυναμία, είσαι χαμένος. Αν δηλώσεις άρνηση, γίνεσαι μισητός. Μεγάλο μέρος των ταπεινών (και ταπεινωτικών) εργασιών σχετίζεται με εξαφανισμένες, βαλτωμένες υποθέσεις. Έτσι το πρωινό σπαταλιέται σε, συχνά, μάταια τηλεφωνήματα σε υπηρεσίες. Π.χ. είναι δύο βδομάδες που προσπαθώ να βρω μια υπάλληλο για να μου πει έναν αριθμό πρωτοκόλλου μήπως και βρεθεί το χαμένο έγγραφο. Το τηλέφωνο, καθώς και όποιο άλλο νούμερο έχω βρει (προϊσταμένου, διπλανού κ.λπ.) δεν απαντά. Το πιθανότερο είναι ότι είναι πνιγμένος – η δεν το σηκώνει ή απλώς δεν γουστάρει. Συχνά πολίτες ενεργοποιούν πολλά παράλληλα «μέσα». Διασκευάζουν την περίπτωσή τους, κρύβοντας σοβαρές λεπτομέρειες. Κι ό,τι πιάσει. Όταν αποκαλυφθεί η κρυμμένη κρίσιμη λεπτομέρεια, πιθανόν να έχεις φάει άπειρο χρόνο προσπαθώντας να διαλευκάνεις και βρίσκεσαι εκτιθέμενος. Μια συγκινητική ιστορία με έναν υπέργηρο και άρρωστο πατέρα, που επιβάλλει την απόσπαση της κόρης ή του γιου, μπορεί να κρύβει απλώς ένα ανταγωνισμό ή μια σύγκρουση με έναν προϊστάμενο, να κρύβει ένα πείσμα. «Δεν κάνω αυτή τη δουλειά γιατί δεν οδηγώ. Να την κάνει άλλος».
Η προσωπική προώθηση δημιουργεί μια κόλαση εξατομικεύσεων. Έναν θρίαμβο εξαιρέσεων. Αυτό το φαινόμενο σε πρώτη ανάγνωση είναι εξωπολιτικό. Εν τούτοις χρωματίζει και επηρεάζει τη νομική ύλη που ρυθμίζει τη δημόσια και ιδιωτική σφαίρα, υπονομεύει την νομοθετική παραγωγή, και αναπαράγει τους φθαρμένους και δυσώδεις κώδικες που χαρακτηρίζουν τη σχέση πολίτη, πολιτικού συστήματος. Χαμένα όλα. Το ενδιαφέρον είναι ότι αμείβονται πολιτικά υποπροϊόντα. Ο λαϊκιστής τύπος που κρώζει να μην τιμωρηθεί το επαναληπτικά παραβατικό «νυχτομάγαζο», που σκούζει να ανοιγοκλείνουν οι χρηματοδοτήσεις κατά πώς βολεύει τον καθέναν (τους δικούς του), που σφετερίζεται ό,τι χρηματοδοτήσεις βγάζουν τα υπουργεία «πουλώντας» τες ως δικές του αποφάσεις κ.λπ. Χυδαίοι λαϊκιστές, απολύτως άνομοι κατά περίπτωση. Εθνικιστές αν συμφέρει, γλείφτες όταν χρειάζεται, εκδικητικοί όταν είναι αναγκαίο. Αυτοί διοικούν.
Εμβόλιο δεν έχει κάνει κανείς πολιτικός χώρος. Βεβαίως, τα παιδιά του πολυετούς και νεκρού παλαιού συστήματος έχουν το μεγάλο ταλέντο (ξέρουν την τέχνη), αλλά ενίοτε και η αποδώ πλευρά έχει τα μπουμπούκια της. Είναι πεδίο πολιτικής σύγκρουσης αυτό; Είναι μέτωπο που πρέπει ν’ ανοίξει; Χρόνια λείπει απ’ την Αριστερά ο εντοπισμός του μικρού παραπτώματος, την χαμηλής κτηνωδίας. Θεωρείται, ας πούμε, συστημικό ελάττωμα που θα εξαλειφθεί σε μια πιο δίκαιη κοινωνία. Εν τούτοις είναι το βασικό παραγωγικό στοιχείο της πολιτικής και του υπερκειμένου. Τα κόμματα είναι άδεια κελύφη που γεμίζουν, αγκυρώνονται κοινωνικά, δι’ αυτών των άτυπων μηχανισμών προσωπικής διευθέτησης. Η μεταρρύθμιση συχνά νοείται ως κάτι επικό, μεγάλο, υπέρλαμπρα ηρωικό. Στην πραγματικότητα, και στην πατρίδα μας, μεταρρύθμιση είναι η αδυσώπητη σύγκρουση με τα ποντίκια. Υπ’ αυτούς τους όρους πολιτική δεν είναι η τέχνη του εφικτού αλλά η αποφασιστική μυοκτονία. Απλώς δεν είναι αυτονόητα πολιτικό ή εξόχως αριστερό κάτι τέτοιο.
ΠΗΓΗ:ΑΥΓΗ