Η φορολογική λαίλαπα με την επερχόμενη αύξηση του ΦΠΑ, οι επιπτώσεις του προσφυγικού, αλλά και το ανεπαρκές θεσμικό πλαίσιο που διέπει τα της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι οι άξονες της εισήγησης του Δημάρχου στο Κεντρικό Συνέδριο της ΚΕΔΕ, στα Ιωάννινα. Αντικείμενό της, η πολυπόθητη ανάπτυξη και πως μπορεί να επιτευχθεί εάν ξεπεραστούν τα αχρείαστα εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο της.
Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας,
όπως όλοι μας γνωρίζουμε η Σάμος, όπως και τα άλλα νησιά του Βοερειοανατολικού αλλά και Νοτίου Αιγαίου, βρίσκονται σήμερα αντιμέτωπα με ουσιώδη προβλήματα, δεχόμενα ισχυρές πιέσεις, ως συνέπεια των υψηλών προσφυγικών ροών που έγιναν ιδιαίτερα έντονες το καλοκαίρι του 2015 και, δυστυχώς, μετά από μια σχετική ύφεση πέρυσι, σημειώνουν και πάλι αύξηση από τους καλοκαιρινούς μήνες του 2017 και μέχρι σήμερα.
Ενδεικτικά κατά την περίοδο Ιανουαρίου Αυγούστου 2015, οι προσφυγικές ροές αυξήθηκαν κατά 700% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2014 στην ευρύτερη περιοχή της Σάμου (Σάμος, Ικαρία, Φούρνοι) σύμφωνα με συνοπτική έκθεση για τις επιπτώσεις από τις ροές προσφύγων στα Νησιά του Αιγαίου που εξέδωσε το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης το Σεπτέμβριο του 2015.
Δυστυχώς όμως, ακόμη και σήμερα, δυόμιση χρόνια μετά από εκείνο το πρωτοφανές ξέσπασμα, η κατάσταση δεν έχει τεθεί υπό έλεγχο. Το αντίθετο: περισσότεροι από 2.500 πρόσφυγες και μετανάστες βρίσκονται αυτή τη στιγμή στη Σάμο, όπου οι δομές φιλοξενίας μετά βίας επαρκούν για 800 ανθρώπους και αντίστοιχος υπερπληθυσμός παρατηρείται και στα υπόλοιπα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου.
Παράλληλα, στις αυτονόητες επιπτώσεις που επέφερε η κατάσταση αυτή στην τοπική οικονομία, η οποία βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στον τουρισμό, έρχεται πλέον να προστεθεί, από τη νέα χρονιά και η εξίσωση των συντελεστών ΦΠΑ με αυτούς της ηπειρωτικής Ελλάδας, αλλά και ο νέος φόρος επί των διανυκτερεύσεων. Ο συνδυασμός αυτός, καθώς επίσης και οι σημαντικές στρεβλώσεις, αλλά και τα κενά που παρατηρούνται στο θεσμικό πλαίσιο που αφορά στην τοπική αυτοδιοίκηση και τις οποίες θα δούμε πιο κάτω, επιβαρύνει δραματικά τις υφιστάμενες επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ενώ συγχρόνως δημιουργεί σοβαρό αντικίνητρο για την προσέλκυση νέων επενδύσεων, ειδικά στον τομέα του τουρισμού, που είναι ο έως τώρα βαρύτερα τραυματισμένος από την όλη κατάσταση.
Χαρακτηριστικά, ως προς αυτό, σας αναφέρω ότι συνεπεία των αυξημένων προσφυγικών ροών το ποσοστό των διεθνών αφίξεων στη Σάμο το 2016 παρουσίασε δραματική μείωση, κατά 40,6% σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά.
Παρότι, υπό μία ευρύτερη θεώρηση, η ανθρωπιστική αυτή κρίση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως περιστασιακό και όχι ως δομικό στοιχείο ανάλυσης της τοπικής οικονομίας, δυστυχώς παρουσιάστηκε και εξακολουθεί να υφίσταται έντονη σε μια περίοδο κατά την οποία η χώρα μας βιώνει επτά συνεχή έτη ύφεσης και αποκτά, έτσι, κομβικής βαρύτητας και πρακτικώς μόνιμης υφής παράμετρο με πολλαπλές επιπτώσεις που μπορούν να απειλήσουν την οικονομική ευημερία αλλά και την κοινωνική συνοχή των νησιών μας.
Σ’ ένα τέτοιο οικονομικό περιβάλλον όπως αυτό που επικρατεί από το 2010 έως σήμερα στην Ελλάδα, το προσφυγικό-μεταναστευτικό πρόβλημα μεταφράζεται, σε τουριστικές οικονομίες όπως αυτή της Σάμου και των άλλων νησιών του ΒΑ Αιγαίου, σε κρίσιμο συντελεστή σε ό,τι αφορά την εξίσωση της ανάπτυξης, διότι, πρακτικώς, μεταφράζεται σε:
-συνεχείς ακυρώσεις πτήσεων από το εξωτερικό.
-σημαντικές ακυρώσεις διανυκτερεύσεων σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια,
-συρρίκνωση της τουριστικής περιόδου και μείωση της τουριστικής κίνησης του μήνες αιχμής,
-απώλειες στον κύκλο εργασιών και μείωση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης ανά διανυκτέρευση,
-μειωμένο ρυθμό κρατήσεων και προκρατήσεων,
-ακυρώσεις συνεδρίων και προσεγγίσεων κρουαζιερόπλοιων,
-αυξημένες ανάγκες προβολής στο τουριστικό κοινό όχι μόνον των φυσικών καλλονών, αλλά, κυρίως, του αισθήματος ασφάλειας των πιθανών επισκεπτών στα νησιά μας.
Αντιστρέψαμε τα αρνητικά αυτά στοιχεία χάρη στο ζήλο των ακριτών μας, χάρη στην παράταση του πιλοτικού προγράμματος αναθεώρησης της βίζας για τους επισκέπτες από την Τουρκία και στην έξυπνη στρατηγική του Δήμου που περιελάμβανε παρουσιάσεις του νησιού ως τουριστικού προορισμού σε διάφορες πρωτεύουσες της Ευρώπης και εξειδικευμένες επισκέψεις (στο νησί) δημοσιογράφων και blogger (από τους οποίους δεν κρύψαμε τίποτα).
Ένα δεύτερο εμπόδιο στο επιτακτικά ζητούμενο της ανάπτυξης της οικονομίας είναι, επίσης, ο ίδιος ο αναπτυξιακός νόμος που εξαγγέλθηκε το 2016, αλλά κατ’ ουσίαν δεν έχει ενεργοποιηθεί, με αποτέλεσμα να μην έχει ξεκινήσει ως τώρα καμία ουσιαστική επένδυση παρόλο που παρουσιάσθηκε από κυβερνητικά στελέχη ως πανάκεια.
Ο λόγος είναι απλός: τα χρήματα που προβλέπονται για το σκοπό αυτόν στον κυβερνητικό σχεδιασμό είναι ελάχιστα, με αποτέλεσμα πρακτικώς μηδενικά κονδύλια για τις ακριτικές περιοχές. Από το βήμα αυτό, λοιπόν, ζητώ μετ’ επιτάσεως να ανοίξει επιτέλους ο αναπτυξιακός νόμος, με τρόπο ουσιαστικό και δίκαιο, ώστε να χρηματοδοτήσει επενδύσεις και στη σκληρά δοκιμαζόμενη περιοχή μας.
Εδώ, αναγκάζομαι να κάνω και μια πιο αναλυτική αναφορά στις δραματικές επιπτώσεις που θα έχει στην τοπική οικονομία και κοινωνία η επικείμενη, από 1ης Ιανουαρίου του 2018, κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ σε όλα, πλέον, τα νησιά.
Πρόκειται για μια μυωπική, παράλογη και παντελώς αδικαιολόγητη κυβερνητική απόφαση που όχι μόνον πνίγει οριστικά την τοπική οικονομία και κοινωνία, αλλά, συγχρόνως, αντιτίθεται πλήρως και σε όλες τις συνομολογημένες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης πρακτικές που αφορούν στα νησιά, ως τόπους με ιδιαίτερα γεωγραφικά, οικονομικά και άλλα χαρακτηριστικά και, συνεπώς, αυταπόδεικτη ανάγκη ιδιαίτερης αντιμετώπισης αντιστοίχως.
Σαράντα τρεις (43) νησιωτικοί Δήμοι της χώρας μας προσέφυγαν στα Ευρωπαϊκά Όργανα γι’ αυτή την επερχόμενη αδικία και στις ενστάσεις τους τεκμηριώνεται με αδιάσειστα στοιχεία (προερχόμενα από τη Μελέτη για τη Νησιωτική πολιτική του ΙΤΑ & της ΚΕΔΕ) η τεράστια και δυσανάλογη διαφορά των συντελεστών Φ.Π.Α. που ισχύουν στη νησιωτική Ελλάδα, σε σχέση με όλη την υπόλοιπη νησιωτική Ευρώπη.
Οι μειωμένοι συντελεστές για τις νησιωτικές περιοχές αποτελούν ευρωπαϊκό κεκτημένο που μόνον η Ελλάδα έχει, κακώς, απεμπολήσει. Διεκδικούμε το έμπρακτο ενδιαφέρον της πολιτείας για την κοινωνία με βάση όσα ισχύουν οπουδήποτε αλλού στην Ε.Ε. και δεν αποδεχόμαστε την ιδιότυπη «ομηρεία» που συνιστά η απερίσκεπτη αιτιολογική σύνδεση της αναστολής αύξησης των συντελεστών Φ.Π.Α. με το προσφυγικό ζήτημα.
Ως νησιωτικές περιοχές δικαιούμαστε χαμηλότερους συντελεστές Φ.Π.Α. έτσι κι αλλιώς, είτε φιλοξενούμε είτε όχι πρόσφυγες και μετανάστες στον τόπο μας.
Ο Δήμος Σάμου εξακολουθεί και προωθεί με κάθε τρόπο όχι μόνον το φλέγον ζήτημα του Φ.Π.Α, αλλά και συνολικότερα το μείζον θέμα της Νησιωτικότητας, που, ειδικά για τη χώρα μας, θα μπορούσε και θα έπρεπε να βρίσκεται στο επίκεντρο των σχεδιασμών και αποφάσεων, αλλά, επίσης και της νομικής επιχειρηματολογίας κάθε κυβέρνησης στις συζητήσεις της με τους Ευρωπαίους εταίρους.
Στο ίδιο αυτό πλαίσιο των θεσμικών παρεμβάσεων που θα μπορούσαν να δώσουν ώθηση στο άπιαστο ως τώρα όνειρο της ανάπτυξης, κάποια στιγμή, θα πρέπει επίσης, υπεύθυνα να καθορίσουμε διακριτούς ρόλους των βαθμίδων διοίκησης στην χώρα.
Η αυτοδιοίκηση θα πρέπει να καταστεί αυτό που σημαίνει η έννοια της λέξης. Είναι φανερό, όμως, ότι «αυτοδιοίκητο» χωρίς, παράλληλα, τη διασφάλιση της οικονομικής αυτοτέλειας δεν υφίσταται.
Πολύ περισσότερο, δε όταν τα τελευταία χρόνια η κεντρική κυβέρνηση έχει αβασάνιστα υιοθετήσει την πρακτική εκχώρησης αρμοδιοτήτων στους Δήμους, χωρίς όμως να προβλέπει και την απόδοση των σχετικών πόρων που απαιτούνται για την ορθή και σύννομη εξυπηρέτηση αυτών των νέων αρμοδιοτήτων.
Στην ουσία, αυτό που συμβαίνει είναι το εξής: με μία λαϊκιστική προσέγγιση, υιοθετείται μια πολιτική κυβερνητικής απαλλαγής από την ευθύνη, αλλά συγχρόνως, οι πόροι παραμένουν στη διάθεσή του κράτους, προκειμένου αυτό να έχει τη δυνατότητα να γίνεται αρεστό σε συγκεκριμένες ομάδες, κατά το πρότυπο και τη συνήθη πρακτική των λεγόμενων και «πελατειακών σχέσεων».
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα που έτυχε μάλιστα και ευρύτατης δημοσιότητας είναι ο τρόπος χειρισμού των συμβασιούχων καθαριότητας. Σ’ αυτό, η Κυβέρνηση δημιούργησε πρώτα μια κατάσταση ομηρίας για χιλιάδες εργαζομένους, χρεώνοντας τον λογαριασμό και μεταφέροντας την αυτονόητη, κοινωνική, αλλά και ουσιαστική σε επίπεδο καθημερινότητας πίεση, στην τοπική αυτοδιοίκηση, που αδυνατούσε εκ των πραγμάτων να δώσει λύση, αφού δε διαθέτει τα κονδύλια!
Το εάν τέτοιες πρακτικές περιποιούνται τιμή στην χώρα που γέννησε την δημοκρατία και η οποία είναι, εδώ και 37 χρόνια, μέλος της Ε.Ε., είναι ένα θέμα που χρήζει περαιτέρω ανάλυσης.
Δυστυχώς σήμερα το θεσμικό πλαίσιο, μόνο σε ουσιαστική αυτό-διοίκηση δεν παραπέμπει. Ίσως είναι καλύτερα να μιλάμε για απλή διαχείριση και μάλιστα, λόγω της παρατεταμένης δημοσιονομικής κρίσης της χώρας και της συνακόλουθης υποχρηματοδότησης των Δήμων, για καθεστώς αναγκαστικής και καθ’ υπόδειξη διαχείρισης.
Αλλά, όταν μιλάμε για αδήριτη ανάγκη επιστροφής στην ανάπτυξη, μια τέτοια υποβάθμιση του ρόλου των άμεσα εκλεγμένων από τις τοπικές κοινωνίες, οδηγεί αναπόφευκτα σε συρρίκνωση και σε επιλογές που κατά κανόνα με ελάχιστες εξαιρέσεις, απέχουν πολύ από τις βέλτιστες για περιφερειακές οικονομίες με πολύ ιδιαίτερες ανάγκες, όπως είναι οι νησιωτικές.
Μια άλλη σχετική διάσταση είναι και η στελέχωση των Δήμων με το εξειδικευμένο εκείνο προσωπικό το οποίο θα τους δώσει την δυνατότητα ουσιαστικής συμμετοχής στην αναπτυξιακή διαδικασία.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, θα μπορούσε να εξεταστεί και η ενοποίηση των ηλεκτρονικών εφαρμογών της ΔΙΑΥΓΕΙΑΣ και του ΚΗΜΔΗΣ, ώστε να διευκολυνθούν οι ούτως ή άλλως ελλιπώς στελεχωμένες υπηρεσίες των δήμων στην σύννομη λειτουργία τους.
Εργαλεία, άλλωστε, για την ανάπτυξη υπάρχουν, τα χρησιμοποιούν συνεχώς και με επιτυχία δεκάδες χώρες στην Ευρώπη και αλλού. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε εκ νέου την πυρίτιδα.
Αυτό που επιτακτικά πλέον απαιτείται είναι η πολιτική βούληση για την εφαρμογή αυτών των δοκιμασμένων εργαλείων και η αναγνώριση ότι το μοντέλο που ακολουθήθηκε τα τελευταία σαράντα χρόνια οδήγησε σε στρεβλώσεις και σε μια μη διατηρήσιμη ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας.
Ειδικό κομμάτι σ’ αυτόν τον τομέα και προς την επίτευξη της πολυπόθητης ανάπτυξης, αποτελούν:
-η ενεργειακή αυτοτέλεια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης,
-η φορολογική μεταρρύθμιση και, βέβαια,
-οι εγγυημένοι κρατικοί πόροι για την Τοπική Αυτοδιοίκηση ως αναπτυξιακή αφετηρία, με την παράλληλη παραχώρηση φορολογικών πηγών στους Δήμους.
Σ’ αυτές τις ξεκάθαρα “αντι-αναπτυξιακές” παραμέτρους που προαναφέρθηκαν, ως Δήμος έχουμε ανταποκριθεί μέχρι στιγμής άμεσα και με υπευθυνότητα.
Στόχος μας είναι να συνεχίσουμε με σθένος την προσπάθεια αυτή βελτιώνοντας συνεχώς τις διαδικασίες μας και την ταχύτητα εξυπηρέτησης των πολιτών, αξιοποιώντας:
-το σύνολο των χρηματοδοτικών εργαλείων που έχουμε στη διάθεσή μας και, παράλληλα
– χρησιμοποιώντας εποικοδομητικά τον διάλογο με τις αρμόδιες αρχές,
-τη διαβούλευση με τους τοπικούς φορείς και
-τη μελέτη και υποβολή συγκεκριμένων, ρεαλιστικών και εξειδικευμένων, βιώσιμων προτάσεων για την ανάπτυξη του τόπου μας.
Στο πνεύμα αυτό έχουμε συγκεκριμένες εισηγήσεις -αντίμετρα που θα συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής των νησιών του ΒΑ Αιγαίου.
Α. Καταρχήν θα πρέπει να ενεργοποιηθεί ουσιαστικά το ΠΕΠ Β. Αιγαίου 2014-2020, με την εξειδίκευση όλων των κατηγοριών πράξεων, και με το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων να προβλέπει τις σχετικές πιστώσεις, προκειμένου να αρχίσουν να εντάσσονται έργα με δικαιούχους τους Δήμους του Β. Αιγαίου, που αυτή τη στιγμή, δυστυχώς, δε διαθέτουν καμία άλλη πηγή επενδύσεων.
Β. Πρόσφατα παρουσιάσθηκε το διαχειριστικό πλαίσιο Αναπτυξιακού Προγράμματος Ειδικού σκοπού, Βορείου Αιγαίου 2017-2020, και ζητήθηκε από τους Δήμους να υποβάλλουν ένα έργο.
Όμως, θα πρέπει το εν λόγω πρόγραμμα να προικισθεί με προϋπολογισμό πέραν των 25 εκ. (που είναι ελάχιστος για τα νησιά του Β. Αιγαίου), και να ενταχθούν σ’ αυτό περισσότερα έργα – σημαίες, που θα αποτελέσουν μοχλό για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των μόνιμων κατοίκων στα νησιά και θα αντισταθμίσουν τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις της προσφυγικής κρίσης.
Ήδη έχουμε προτείνει μέσω της ΠΕΔ 3 έργα ανά Δήμο και 3 έργα από τα Νομικά Πρόσωπα από κάθε Δήμο, για τα οποία θα υπογραφούν προγραμματικές συμβάσεις για την υλοποίηση τους εφόσον επιλεγούν με τους εγγείους Δήμους.
Γ. Στο πλαίσιο του άρθρου 107, παράγραφος 2 της Συνθήκης, και του Νέου Γενικού Απαλλακτικού Κανονισμού (Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 651/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 2014, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την εσωτερική αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης) αυξάνονται οι κατηγορίες ενισχύσεων που μπορούν να χαρακτηριστούν συμβατές με την εσωτερική αγορά.
Προτείνουμε την εκπόνηση ενός ή περισσότερων ειδικών προγραμμάτων κρατικών ενισχύσεων για επιχειρήσεις των νησιών που πλήττονται από τις προσφυγικές ροές. Ζητώ, την αρωγή σας, προκειμένου αφενός, να εγκριθεί το σχετικό πρόγραμμα από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής, αφετέρου να χρηματοδοτηθεί μέσω του ΕΣΠΑ 2014-2020.
Για να μιλήσουμε με αριθμούς, συνολικά μέσω της Ε.Ε. και συγκεκριμένα του προϋπολογισμού του ΤΑΜΕ και του ΤΕΑ, έχουν επιμεριστεί στην Ελλάδα για την περίοδο 2014-2020 πόροι ύψους 509 εκ. €.
Επιπλέον αυτών, μέσω έκτακτης χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών ταμείων, η χώρα έχει επίσης λάβει πόρους ύψους 237 εκ. €.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας, από τους ως άνω πόρους έχουν διατεθεί στην ίδια 110,4 εκ. €., στο Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης έχουν διατεθεί 32,6 εκ. € και σε ΜΚΟ έχουν διατεθεί 80,4 εκ. €.
Από το σύνολο των έως τώρα επιμερισμένων πόρων, όμως, στους Δήμους της χώρας που έχουν πληγεί από τις προσφυγικές ροές και βρέθηκαν στην ανάγκη να διαχειριστούν πόλεις με πληθυσμό αυξημένο κατά 20% και 30% κυριολεκτικά από τη μία μέρα στην άλλη, έχουν διατεθεί μόλις 4,9 εκ. €! Ούτε το εν εκατοστόν!
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στους Δήμους που πλήττονται από την προσφυγική κρίση να είναι δικαιούχοι χρηματοδοτήσεων. Η ΚΕΔΕ, είναι ο μόνος φορέας, που από το 2016 έχει υποβάλλει αναλυτική μελέτη για τη χρηματοδότηση δράσεων τόσο στο αρμόδιο Υπουργείο όσο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά έως σήμερα είναι αποκλεισμένη από δράσεις του ΤΑΜΕ.
Δ. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του Οδικού Χάρτη για τη νησιωτικότητα προτείνουμε, τέλος, τη δημιουργία ενός ειδικού Παρατηρητηρίου για τις νησιωτικές περιοχές, προκειμένου να διασφαλιστεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την αντιμετώπιση των ειδικών συνθηκών που επικρατούν σ’ αυτές και των ιδιαίτερων δυσκολιών στις οποίες καλούνται να ανταπεξέλθουν.
Σας ευχαριστώ.