Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Εβδομάδα ἒφθασε. Ἡ ψυχική προετοιμασία πού ἂρχισε τήν Καθαρά Δευτέρα καταξιώνεται. Κάθε ψυχή καλεῖται νά ζήσει τό θεῖο δράμα καί τῆς παρέχονται ὃλες οἱ δυνατότητες γι’αὐτό μέσα στίς ἱερές Ἀκολουθίες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Καί αὐτῆ ἡ συμμετοχή δέν εἲναι μία ἐπιδερμική συγκίνηση ἢ ἒστω ἓνα συναισθηματικό ξέσπασμα.
Εἶναι μία πορεία πλάι στόν Λυτρωτή, ξεκινώντας ἀπό τή Βηθανία μπαίνοντας θριαμβευτικά στήν ἱερή πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ καί φθάνοντας μέχρι τόν βράχο τοῦ Γολγοθᾶ γιά ν’ἀνέβη στό Σταυρό…
Μεγάλη Δευτέρα. Πρώτη μέρα τοῦ θείου δράματος. Ἂς προσέξουμε τό θαῦμα τῆς συκιᾶς πού ξεράθηκε, γιατί δέν εἶχε καρπούς καί σοβαρή νά’ ναι ἡ σκέψη μήπως και μεῖς τῆς μοιάζουμε καί μᾶς πετάξει ὁ Μεγάλος Γεωργός γιά τόν ἀφανισμό. Μέ εὐλάβεια ἂς σκύψουμε στήν μορφή τοῦ «παγκάλου Ἰωσήφ», πούτ ἒμεινε στήν ψυχή ἀδούλωτος, ἂν καί σκλάβος τοῦ Φαραώ καί πῆρε τήν ἀμοιβή τῆς ἁγνότητάς του από τόν «βλέποντα τάς τῶν ἀνθρώπων καρδίας». Ὁ Ἰωσήφ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στέλνει μήνυμα στούς χριστιανούς γιά ἐμμονή στή πίστη καί στήν ἀρετή.
Μεγάλη Τρίτη. Οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές διηγοῦνται πῶς πέρασε τήν ἡμέρα αὐτή ὁ Χριστός. Εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς μεγάλης συγκρούσεως μέ τούς σφετεριστές τῶν ἱερῶν τοῦ Ἰσραήλ. Τά «οὐαί» κατά τῶν Φαρισαίων καί ἡ καταδίκη τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἀνάγκη νά σκεφθοῦμε ἂν ἡ εὐσέβειά μας ἒχει τή πνευματικότητα πού ζητεῖ ὁ Χριστός, ἠ μἠπως κρυφή ὑποκρισία δηλητηριάζει τίς ψυχές μας. Ἡ παραβολή τῶν Δέκα Παρθένων τονίζει τήν ἀνάγκη τῆς προσοχῆς καί τῆς ἐγρηγόρσεως καί τῆς ἑτοιμότητας γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ, ἀποβάλλοντας κάθε ραθυμία, «ἳνα μή μείνωμεν ἒξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ».
Μεγάλη Τετάρτη. Αὐτή τήν ἡμέρα ὁ Κύριος τήν πέρασε μακρυά ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ. Στό ὂρος τῶν Ἐλαιῶν ἒμεινε ὃλη τήν ἡμέρα μἐ τούς μαθητές Του καί ἑτοιμάστηκε γιά τό μαρτύριο. Ἐπικοινωνία μέ τόν Πατέρα Του. Στήν Ἁγία Πόλη ὃμως οἱ ἂρχοντες τοῦ λαοῦ ἀποφασίζουν τό θάνατό Του καί ἓνας μαθητής τήν προδοσία. Ἡ νύχτα αὐτή πέρασε μέ τόν Κύριο καί τούς μαθητές στό ὓπαιθρο, στό ὂρος. Ἀπαραίτητη στόν κάθε χριστιανό ἡ ψυχική προετοιμασία μέ τήν ἒντονη προσευχή καί τήν αὐτοσυγκέντρωση πρίν ἀπό κάθε μεγάλο ἢ μικρό ἒργο. Ἡ Ἐκκλησία προβάλλει ἐπίσης τήν ἲδια ἡμέρα τό παράδειγμα τῆς ἁμαρτωλῆς γυναίκας πού τήν μετάνοια ἒδειξε μέ τό νά ἀλείψει μέ μύρο καί δάκρυα τά πόδια τοῦ Χριστοῦ καί νά τά σκουπίσει μέ τα πλούσια μαλλία της. Γεγονός ἐξαίρετο πού ἐπαινέθηκε ἀπό τόν ἐλεήμονα Κύριο καί ἒδωσε ἂφθονο ὑλικό στήν ποίηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ὑμνωδίας. Οἱ πολλές ἁμαρτίες ἐφόσον ὑπάρξει μετάνοια, δέν νικοῦν τό ἒλεος τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἂμετρο.
Μεγάλη Πέμπτη. Στήν ὑποβλητική ἀτμόσφαιρα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου παραδίδεται ἀπό τά χέρια τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως τό μέγα μυστήριο τῆς ἀγάπης. «Λάβετε, φάγετε… πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες…». Ἀπ’ αὐτή τή στιγμή καί μετά κάθε ψυχή ἒχει τή δυνατότητα νά ἑνωθεῖ μυστηριακά μέ τόν Κύριό της καί νά αὐξάνει μέ τήν ἓνωση αὐτή τήν ἀγάπη στό θεῖο πρόσωπό Του. Ἀκολουθεῖ ἡ «διαθήκη» τοῦ Ἰησοῦ πρός αὐτοῦς πού ἀγάπησε καί ἰδού πορεύεται τώρα γιά τήν προσφορά τῆς θυσίας Του ατό βωμό τῆς ἀγάπης πρός τόν πεσμένο ἂνθρωπο. Ἡ ἀγωνιώδης προσευχή θά ἀκολουθήσει μέσα στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, τό φίλημα τοῦ προδότη μαθητῆ μετά καί ἡ παράδοση τοῦ Ἁναμάρτητου στά χέρια τῶν παρανόμων. Μέσα στά σκοταδιά αὐτῆς τῆς νύκτας θά γίνει ἡ φοβερή δίκη γιά τήν καταδική τοῦ Ἀθώου.
Μεγάλη Παρασκευή. «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου…». Οἱ πρῶτες ἀκτίνες τοῦ ἣλιου βρῆκαν τόν κατάδικο Ἰησοῦ νά ἀνηφορίζει γιά τόν Γολγοθά φορτωμένος μέ τό βαρύ ξύλο τοῦ σταυροῦ. Τό μεσημέρι τόν βρίσκει κρεμασμένον μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς, μέ ἀνοιχτά τά χέρια, ἐπιθυμώντας νά κλείσει στήν στοργική άγκάλη Του τούς ἁμαρτωλούς τῆς γῆς. Ἡ θυσία ἒφθασε στό ἀποκορύφωμά της. Τό «τετέλεσται» εἶναι ἡ αὐλαία πού κλείνει καί σφραγίζει τόν σκοπό τῆς ἐπί γῆς παρουσίας τοῦ Θεανθρώπου. Ἡ συμφιλίωση ἀνθρώπου καί Θεοῦ ἒγινε. Τό σῶμα τοῦ νεκροῦ Κυρίου εἶναι ἀκόμα στό σταυρό μέ τήν πλευρά κεντημένη, ὂταν ὁ Ἰωσήφ «τολμήσας εἰσῆλθεν πρός Πιλάτον καί ἠτήσατο τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ». Μαζί μέ τόν Νικόδημο καί μερικές αφοσιωμένες Μαθήτριες ἀποδίδουν τίς νεκρικές τιμές. Τό σουρούπωμα αὐτῆς τῆς φρικτῆς ἡμέρας βρίσκει τό σῶμα μέσα στό «καινό μνημεῖο».
Μέγα Σάββατο. Ὁ ἰουδαϊκός ὂχλος πανηγυρίζει. Οἱ ἂρχοντες τοῦ λαοῦ εἶναι ἣσυχοι, διότι δέν πρόκειται νά ἐνοχήθοῦν ἀπό τό φραγγέλιο τοῦ Ναζωραίου… Οἱ Μαθητές περίλυποι ἒχουν ἀπομακρυνθεῖ «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων». Ὁ Ἰσκαριώτης δέν ὑπάρχει πλέον μεταξύ τους. Ὁ Πέτρος θρηνεῖ τήν ἂρνηση. Ὁ Ἰωάννης προσπαθεῖ νά παρηγορήσει τήν Παναγία Μητέρα Του. Οἱ ἃγιες γυναῖκες περιμένουν γιά νά συμπληρώσουν τόν μυρισμό τοῦ ἀγαπημένου Νεκροῦ… Ὁ Χριστός ἀναπαύεται σωματικά στόν τάφο κι ἐπισκέπτεται τροπαιοῦχος τόν Ἃδη. «Σαββατίζει» ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ.
Φίλε ἀναγνώστη, εὑρισκόμενος στό κατώφλι τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου προετοιμάσου ψυχικά ὃσο μπορεῖς καλύτερα. Ἀκολούθησε τόν πάσχοντα Κύριο στήν πορεία Του πρός τόν Γολγοθά. Προσήλωσε τά μάτια, τό νοῦ, τήν καρδιά, ὃλη σου τήν ὓπαρξη στήν καταπληγωμένη θεϊκή μορφή Του. Ἒχει νά σοῦ πεῖ τόσα πολλά!…
Πρόσφερε καί σύ μέ τή σειρά σου τήν καρδιά σου θυσία σ’Αὐτόν, πού τή λύτρωσε. Καί εἶναι σίγουρο ὃτι κατά τήν λαμπροφόρο ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεώς Του θά πλημμυρίσεις καί σύ μέ τό φῶς πού θ’ ἀνατείλει ἀπό τόν κενό Τάφο καί θά φωνάξεις μέ χαρά τή νικητήρια ἰαχή: «Χριστός ἀνέστη»…