Γράφει ο Δημήτρης Σεβαστάκης στην ΑΥΓΗ .
Ο τοπικός φορέας αγωνιούσε, προσπαθούσε χρόνια να υποστηρίξει τη χρηματοδότηση του έργου, την ένταξη σε ευρωπαϊκό ή εθνικό πρόγραμμα. Χρόνια έτρωγε απορρίψεις, χρόνια λίμναζε η υπόθεση. Το αίτημα είχε σχεδόν ξεχαστεί κι από τους ίδιους τους διεκδικητές του. Τότε δεσμεύει ένα σοβαρό ποσό η κυβέρνηση, που αφορά την ένταξη του έργου. Επιτέλους.
Χαρές; Ανακούφιση από τον φορέα; Μπα. Ο φορέας δεν ήρθε καν στο περιφερειακό αναπτυξιακό συνέδριο, δεν υποστήριξε καν το αιτούμενο έργο, την αξιόπιστη και ορθολογική προσωπικότητά του. Στην πραγματικότητα φαινόταν σαν να μη θέλει το έργο. Θέλει όμως τη διαμαρτυρία. Ωσάν να μην τον ενδιαφέρει η πραγματοποίηση του συλλογικού αιτήματος, αλλά αντιθέτως η μη ικανοποίησή του.
Καμιά φορά βλέπεις τους καριερίστες να μελαγχολούν. Αν δεν μπορέσουν να οικειοποιηθούν το έργο, καλύτερα να το αναστείλουν ώστε να καταγγείλουν την κυβέρνηση. Έχουν τεράστια ευθύνη, κρύβονται πίσω από τη συσσωρευμένη κόπωση του κόσμου, τρυπώνουν πίσω από τη γενική διαμαρτυρία για να κάνουν την κοντόφθαλμη και πολιτικά αξιοδάκρυτη δουλίτσα. Να ματαιωθεί το έργο για να βρίσκουν στην (πουσαρισμένη) αγανάκτηση τη δικαίωσή τους.
Πράγματι, δεν υπάρχει άνθρωπος που να του πεις ότι «έχεις δίκιο σε ό,τι πεις» και να μη δεχτεί ότι έχει δίκιο σε ό,τι λέει. Εντός του αγανακτισμένου και ανεπεξέργαστου πρωτόλειου «δίκιου», μεγεθύνονται ελάσσονα προβλήματα, διαστρέφονται μείζονα, ένα μπλέντερ αξιών.
Κλαδικοί φορείς, επαγγελματικές ομάδες συχνά πέφτουν θύματα πολιτικού hacking. Στελεχάρες ή καιροσκόποι φουσκώνουν τα μυαλά, επινοούν έναν πάντα επερχόμενο κίνδυνο, σπρώχνουν τον κόσμο στην αγωνία για «σωτηρία». Οι στελεχάρες συχνότατα είναι και οπαδοί της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εκμεταλλεύονται κάθε ευκαιρία, μηδενίζουν κάθε θετική ρύθμιση, υπερπροβάλλουν κάθε δύσκολη πολιτική.
Η κοινωνική δυσφορία είναι η πρώτη ύλη. Η στελεχάρα εκλέγεται πάμπολλα χρόνια από τις ολιγομελείς συνελεύσεις του κλάδου, έχει πια διαμορφωμένους μηχανισμούς αυτο-αναπαραγωγής. Ζει για τη ρεβάνς, για τη μεγάλη στιγμή που θα υπάρξει «αποκατάσταση». Να επαναληφθεί δηλαδή το ίδιο βιολί ελαττωματικών, προβληματικών έργων, να συνεχιστεί το ίδιο βιολί με τις σημαδεμένες μοιρασιές, με τους διαρκώς κομμένους (τους χωρίς μέσον) διεκδικητές.
Πέρα από τις προφανείς βουλευτικές και υπουργικές φαντασιώσεις (γιατί, ο άλλος που έγινε είναι καλύτερος;), η στελεχάρα ήδεται με την εξουσία να δεσμεύει τον πολίτη στην ανακουφιστική δουλεία ότι «πήρε τη δουλειά». Είναι η εξουσία μιας ποταπής προσήλωσης του μανιακού και μιας εξοργιστικής πειθάρχησης του αναγκασμένου ανθρώπου.
Το βορειοανατολικό Αιγαίο συναποτελείται από αραιά, σχετικά μεγάλα νησιά, με πολύπλευρη παραγωγική ταυτότητα, που τα τρία μεγαλύτερα δέχονται προσφυγικά ρεύματα, αλλά και διακρατικές παρενοχλήσεις. Υπάρχουν πολύ αξιόλογα, ποιοτικώς σπάνια αγροτικά προϊόντα, που ταυτοποιούν τον ειδικό πολιτισμό αυτών των νησιών. Κρασί στη Σάμο, μαστίχα στη Χίο, λάδι στη Λέσβο, ιαματικά νερά στην Ικαρία, υποθαλάσσιο αρχαιολογικό ενδιαφέρον στους Φούρνους, ευδιάκριτη αγροτική παραγωγή στη Λήμνο, εξαιρετικά οικοσυστήματα σε όλα. Μουσικές, ιδιοπρόσωπες παραδόσεις (πολυφωνικά Λέσβου, καριώτικος χορευτικός μινιμαλισμός κ.λπ.), εξαιρετική αρχιτεκτονική στη Χίο, χωρικά αρχιτεκτονικά παράδοξα στη Σάμο, την Ικαρία, παντού, καταπληκτικά αρχαιολογικά ευρήματα από τους προϊστορικούς, κλασικούς, μεσοβυζαντινούς και νεότερους χρόνους.
Σε αυτούς του τόπους η παραγωγή είναι το βαθύτερο αξιοθέατο. Οι μικροί ορεινοί κλήροι, που σχεδόν αναβιώνουν μια ησιόδειο γεωργία, οι άγριες θάλασσες, που επιβάλλουν μια υψηλή ναυπηγική αλλά και ναυσιπλοΐα, όρη απότομα, ήπιοι κάμποι. Τα νησιά μας είναι γεωπολιτικά πολύτιμα, γεωλογικά πολύ ενδιαφέροντα, κοινωνικά εξαιρετικά πολύμορφα, μνημειακά και πλούσια. Είναι πολύ ακριβά για να γίνονται ενέχυρα στις ποταπές παραγοντικές και κοντόφθαλμες φιλοδοξίες.